Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

Ανταπόκριση: WOVENHAND - Sugar Factory @ Fix Factory of Sound, Θεσσαλονίκη, (7/10)


Της Χριστίνας Γούσιου


Ο μυστηριώδης κος Edwards και οι Wovenhand την Τρίτη 07 Οκτωβρίου προσέφεραν μια ακόμη μοναδική βραδιά στους Θεσσαλονικείς φίλους τους, γεμάτη ένταση και κατάθεση ψυχής.

Η συναυλία σε πολλά σημεία της έδινε περισσότερο την αίσθηση τελετής, μυστικιστική, αλλά και ξεκάθαρα εκφραστική, με όλα τα μέλη του συγκροτήματος να χάνονται με ειλικρίνεια στην μουσική τους και τον David να συνδυάζει τραγούδι, κιθάρα, χειρονομίες που θύμιζαν διαδικασία κάθαρσης και απόταξης, και ένα υβρίδιο μαντολίνου και banjo (mandolin-banjohybrid), ένα μοναδικό μουσικό όργανο, το οποίο κατασκευάστηκε το 1887 από τον Luthier August Pollman. Στα τύμπανα και στα κρουστά ο Ordy Garrison, ο οποίος είναι στο συγκρότημα από τις πρώτες ζωντανές εμφανίσεις μετά την κυκλοφορία του πρώτου και ομότιτλου άλμπουμ τους, ο Chuck French (Charles Edward French) στην κιθάρα και κάποιες στιγμές σε κρουστά, και ο Neil Keener στο μπάσο.

Το Fix Factory Of Sound κατάμεστο, ο κόσμος διαφόρων ηλικιών, παρακολουθούσε το live με προσήλωση, αλλά και ενθουσιασμό, εκφράζοντάς τον.

Κάπως απόκοσμη και ίσως σε μερικές στιγμές κλειστοφοβική ατμόσφαιρα, στην οποία συνετέλεσε το γεγονός ότι ενώ ο ήχος ήταν καλός όσον αφορά την μουσική, τα ίδια τα λόγια του Eugene δεν ακουγόταν καθαρά. Αποτέλεσμα για κάποιον που δεν έχει εντρυφήσει ενδελεχώς προηγουμένως, μια αίσθηση χασίματος, ταυτόχρονα άβολη και ευχάριστα αποκαλυπτική, η οποία μετά από την συνειδητοποίηση προσφέρει τροφή για σκέψη και προκαλεί έντονα την ανάγκη να γνωρίσεις αυτόν τον άνθρωπο και τη μουσική του όσο καλύτερα μπορείς.



Ο γεννημένος και μεγαλωμένος στο Ντένβερ του Κολοράντο David Eugene Edwards, με μια δόση από ινδιάνικες καταβολές, είναι γνωστός για την εκφραστικότητά του, τη δυναμική, τον πειραματισμό και την ανάμιξη τόσο πολλών ειδών μουσικής που στο τέλος φτιάχνει δικό του είδος, τις ασυνήθιστες συνθέσεις του που μας ταξιδεύουν άλλοτε σε σκοτεινές ιστορίες για τα ανθρώπινα πάθη και την πάλη ανάμεσα σε αυτά και στην κάθαρση, και άλλοτε στις ιστορίες της Γραφής με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο, τόσο βαθύ και περίπλοκο όσο είναι και η ουσία της ζωής.

Την ίδια στιγμή που, γνωρίζοντας τη βαθιά Χριστιανική πίστη του Edwards, μπορεί να θεωρήσεις ότι πρόκειται για κήρυγμα, σε κάνει να αναθεωρήσεις και να το δεις από μια εντελώς διαφορετική σκοπιά. 


Στην πραγματικότητα η ίδια η μουσική του βγαίνει από την ψυχή του, τα βιώματά του και την προσωπική αντίληψη του κόσμου, αποκτά δική της ανεπιτήδευτη υπόσταση και αλληλεπιδρά όχι μόνο με τους ακροατές, αλλά και με τον ίδιο τον δημιουργό της. 

Παρόλο που πηγή έμπνευσής του και αναπόσπαστο βίωμα και κομμάτι του είναι η ύπαρξη του Θεού και της δημιουργίας του, η μουσική του τελικά πρόκειται για ωδή προς τον άνθρωπο, τη ψυχοσύνθεσή του, τη ζωή την ίδια με τα ένστικτα και την αιώνια πάλη της, στον λαβύρινθο που περιπλανούμαστε ανάμεσα στο σκοτάδι, στα πάθη, στο φως και στη λύτρωση. 


Άλλοτε μελωδικός, χαλαρωτικός ήχος, με καθαρά φωνητικά και αίσθηση, και άλλοτε χαοτικός, επαναστατικός ως προς τα γνώριμα, με ασαφή και χαμένα στην ένταση φωνητικά, πάντα σκοτεινός και ατμοσφαιρικός, και τέλεια δομημένος για το αποτέλεσμα που θέλει να αποδώσει. Και στις δυο περιπτώσεις, για αυτόν που θέλει να γνωρίσει τους Wovenhand καλύτερα και να τους αισθανθεί σε όλο τους το βάθος, η μόνη οδός είναι να χαθεί στη μουσική τους έχοντας κάνει παράλληλα την έρευνά του για την ιστορία τους αλλά και τις αναφορές τους.

Ο ίδιος ο Edwards είναι από μόνος του μια ιδιαίτερη και αινιγματική προσωπικότητα, άλλοτε φαίνεται απόμακρος και σκληροτράχηλος, και άλλοτε προσεγγίσιμος και ανοιχτός, όπως μαρτυρούν οι λίγες συνεντεύξεις που έχει δεχτεί να δώσει. Μερικές φορές δίνει ανοιχτές απαντήσεις στα ερωτήματα, επιτρέποντάς μας να δούμε από πιο κοντά κάποια από τα κομμάτια της ζωής του και της ψυχοσύνθεσής του, και άλλοτε αποκρίνεται ελάχιστα, αφήνοντάς μας να τα ανιχνεύσουμε από μόνοι μας, τακτική που ίσως να έχει μεγαλύτερο αποτέλεσμα σε ορισμένες περιπτώσεις, καθώς όπως λένε, αν δε βιώσεις κάτι ο ίδιος δεν πρόκειται ποτέ να γίνει κτήμα σου.



Στην ίδια νοοτροπία κινήθηκε όσον αφορά τη διοργάνωση του συγκεκριμένου live, όπου υπήρχαν συγκεκριμένες οδηγίες για το τι επιτρεπόταν και τι όχι. Συγκεκριμένα, φωτογραφήσεις επιτρεπόταν μόνο κατά τα τρία πρώτα κομμάτια και χωρίς flash, ενώ η βιντεοσκόπηση απαγορευόταν. Ίσως ο πιο ειλικρινής τρόπος για να απολαύσει κάποιος τη συναυλία τους από την αρχή μέχρι το τέλος, και να τη βιώσει σαν εμπειρία ανεπηρέαστη από τη μανία της συνεχούς φωτογράφησης και βιντεοσκόπησης.

Επιπλέον, η επιλογή των σχημάτων που θα άνοιγαν τις συναυλίες στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα ήταν αυστηρή και τα τελικά συγκροτήματα επιλέχθηκαν μετά από απόρριψη πολλών άλλων. 





Οι Sugar Factory, το σχήμα που τελικά άνοιξε το live των Wovenhand, είναι από μόνοι τους μια εμπειρία που αξίζει να βιώσει κάποιος. Οπτικοακουστική τέχνη, ατμοσφαιρική και μυστηριώδης αισθητική, αυτοσχεδιαστικές γραμμές, αλλά και ξυπνώντας μας αναμνήσεις από το παρελθόν.
Πρόκειται για τον Stelreverb στις κιθάρες και τα samples, και για τον Stavros P στην κιθάρα και το μπάσο, οι οποίοι προετοίμασαν το κοινό με τον καλύτερο τρόπο.


Ευχαριστούμε το Fix Factory Of Sound, την CTS Productions, τους Wovenhand και τους Sugar Factory για την υπέροχη βραδιά και αναμένουμε τα επόμενα!



Links

Wovenhand
Official Site
Wovenhand
Facebook

Sugar Factory
Official Site
Youtube


Fix Factory Of Sound
CTS Productions




Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου